- Σαλαδίνος
- Σουλτάνος της δυναστείας των Αγιουβιδών. Βλ. λ. Σάλαχ ελ Ντιν (1).
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… … Dictionary of Greek
Σάλαχ ελ Ντιν — Όνομα δύο σουλτάνων. Ελληνοποιημένος τίτλος Σαλαδίνος. 1. Σ. ελ N., Γιούσεφ Ιμπν Αγιούμπ. Πρώτος σουλτάνος της δυναστείας των Αγιουβιδών της Αιγύπτου και της Συρίας (Τακρίτ, Μεσοποταμία 1138 Δαμασκός 1193), κουρδικής καταγωγής, γνωστός και με το… … Dictionary of Greek
Δαμασκός — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Μυθικός ήρωας της Αρκαδίας, γιος του Ερμή από τη νύμφη Αλιμήδη. Κατά τον Στέφαvo Βυζάντιο, ήταν ιδρυτής της Δαμασκού της Συρίας, που της έδωσε το όνομά του. 2. Ένας από τους διώκτες της θρησκείας του Διονύσου.… … Dictionary of Greek
Ιερουσαλήμ ή Ιεροσόλυμα — (εβρ. Yerushalayim, αραβ. Al Quds). Πόλη (622.091 κάτ. το 1997) του Ισραήλ. Βρίσκεται στο κεντρικό υψίπεδο της ιστορικής και γεωγραφικής περιοχής της Παλαιστίνης, στην ιστορική περιοχή της Ιουδαίας και σε υψόμετρο που ποικίλλει από περίπου 720 μ … Dictionary of Greek
Ναζαρέτ — (Nazerat). Πόλη (63.800 κάτ. το 2003) του Ισραήλ, πρωτεύουσα του διοικητικού διαμερίσματος Χαζαφόν (3.325 τ. χλμ., 1.001.849 κάτ. το 1997). Ταυτίζεται με την ιστορική περιοχή της Γαλιλαίας και βρίσκεται σε μια λοφώδη ζώνη περίπου 30 χλμ. στα Α… … Dictionary of Greek
Σταυροφορίες — Ονομάζονται έτσι οι πολεμικές εκείνες επιχειρήσεις των Δυτικοευρωπαίων (11ος 13ος αι.), που εγκαινιάζονται με πρωτοβουλία των παπών και στόχο την απελευθέρωση των Αγίων Τόπων από τους Μωαμεθανούς και ειδικότερα από τους Σελτζούκους Τούρκους, και… … Dictionary of Greek
Φατιμίδες — Μουσουλμανική σχιιτική δυναστεία, που εγκαθιδρύθηκε κατά το τέλος του 9ου και τις αρχές του 10ου αι., μετά τη διάλυση του χαλιφάτου των Αβασιδών. Ιδρυτής της υπήρξε ο Ουμπεΐντ Αλλάχ, ο οποίος, αφού ανακηρύχθηκε απόγονος της Φατίμα, κόρης του… … Dictionary of Greek